επάνω

επάνω
επάνω και (α)πάνω και (α)πάνου επίρρ. τοπ.
1. άνω, ψηλά, σε τόπο ή σημείο ψηλότερο σχετικά με τον ομιλητή: Ποιος είναι εκεί πάνω;
2. πάνω σε κάτι, πάνω στο: Το άφησα πάνω στο θρανίο.
3. εναντίον κάποιου ή αντίθετα προς κάποια διεύθυνση: Όρμησε πάνω του και τον κυνηγούσε. – Πλέαμε πάνω στον καιρό.
4. (με χρονική έννοια), τη στιγμή ακριβώς που γίνεται ή πρόκειται να γίνει κάτι: Ήρθες πάνω που λέγαμε για σένα.
5. με τις προθ. από, παρά, κατάπου προηγούνται· από πάνω (πάνω από), παραπάνω ή πάρα πάνω (πιο πολύ, πιο ψηλά), κατ' επάνω ή καταπάνω (εναντίον): Κατεβαίνει από πάνω. – Πλήρωσα χίλιες δραχμές παραπάνω. – Το σπίτι του βρίσκεται πάρα πάνω. – Χίμιξε καταπάνω μας.
6. με την πρόθ. απόπου ακολουθεί· πάνω από (περισσότερο ή πιο ψηλά): Στοιχίζει πάνω από πεντακόσια ευρώ. – Το λουλούδι κόπηκε πάνω από τη ρίζα του.
7. με τους συνδ. έως (ως), και, έως πάνω (ως το ψηλότερο σημείο που γίνεται), και πάνω ή κι απάνω (για ηλικία, χρόνο ή ποσότητα μεγαλύτερη από καθορισμένο όριο): Γέμισες το ποτήρι ως επάνω. – Είναι ογδόντα χρονώ και πάνω.
8. με το άρθρ., το (ε)πάνω έχει σημασία επιθέτου (= που βρίσκεται άνω, που είναι πιο ψηλά): Το πάνω πάτωμα.
9. φρ., «πάνω κάτω», περίπου.

Νέο ερμηνευτικό λεξικό της νεοελληνικής γλώσσας (Новый толковании словарь современного греческого). 2014.

Игры ⚽ Нужно решить контрольную?

Look at other dictionaries:

  • ἐπάνω — above indeclform (adverb) …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • επάνω — και πάνω και απάνω και πάνου και (ε)πά (AM ἐπάνω, Μ και πάνω και ἀπάνω και πάνου και [έ]πά) (επίρρ. συχνά και ως πρόθ.) 1. ψηλά, στο πάνω μέρος ή στην πάνω επιφάνεια («ἐπάνω κατακεισόμεθ ἡμεῑς», Αριστοφ.) 2. (με άρθρο) ως επίθ. αυτός που… …   Dictionary of Greek

  • Επάνω Αρχάνες — Ημιορεινή κωμόπολη (υψόμ. 400 μ., 3.860 κάτ.) στην πρώην επαρχία Τεμένους του νομού Ηρακλείου. Βρίσκεται χτισμένη μέσα σε κοιλάδα, ανατολικά του υψώματος Γιούχτα, όπου κατά τη μυθολογία πέθανε ο Δίας. Αποτελεί έδρα του ομώνυμου δήμου. Στην… …   Dictionary of Greek

  • Επάνω Βάθεια — Ημιορεινός οικισμός (υψόμ. 260 μ., 152 κάτ.) στην πρώην επαρχία Πεδιάδος του νομού Ηρακλείου. Βρίσκεται στο βόρειο τμήμα του νομού, 15 χλμ. ΝΑ του Ηρακλείου. Υπάγεται διοικητικά στον δήμο Γουβών …   Dictionary of Greek

  • Επάνω Ελούντα — Πεδινός οικισμός (υψόμ. 80 μ., 154 κάτ.) στην πρώην επαρχία Μιραμπέλλου του νομού Λασιθίου. Βρίσκεται στο δυτικό τμήμα του νομού, προς την ακτή του κόλπου Μιραμπέλλου. Υπάγεται διοικητικά στον δήμο Αγίου Νικολάου. Η ονομασία Ελούντα προέρχεται… …   Dictionary of Greek

  • Επάνω Επίδαυρος — Πεδινός οικισμός (υψόμ. 20 μ., 137 κάτ.) στην πρώην επαρχία Ναυπλίας του νομού Αργολίδας. Βρίσκεται στο ανατολικό άκρο του νομού, 19 χλμ. ΒΑ του Ναυπλίου. Υπάγεται διοικητικά στον δήμο Επιδαύρου …   Dictionary of Greek

  • Επάνω Επισκοπή — Ημιορεινός οικισμός (υψόμ. 270 μ., 129 κάτ.) στην πρώην επαρχία Σητείας του νομού Λασιθίου. Βρίσκεται στο ανατολικό τμήμα του νομού. Υπάγεται διοικητικά στον δήμο Σητείας …   Dictionary of Greek

  • Επάνω Καλαμώνας — Πεδινός οικισμός (υψόμ. 130 μ., 250 κάτ.) της Ρόδου. Βρίσκεται στο βορειοδυτικό τμήμα του νησιού, 24 χλμ. ΝΔ της πόλης της Ρόδου. Υπάγεται διοικητικά στον δήμο Πεταλούδων του νομού Δωδεκανήσου …   Dictionary of Greek

  • Επάνω Κάμπος — Πεδινός οικισμός (υψόμ. 100 μ., 38 κάτ.) της Ίου. Υπάγεται διοικητικά στον δήμο Ιητών του νομού Κυκλάδων …   Dictionary of Greek

  • Επάνω Κρυά — Ορεινός οικισμός (υψόμ. 600 μ., 8 κάτ.) στην πρώην επαρχία Σητείας του νομού Λασιθίου. Βρίσκεται στις ανατολικές πλαγιές του όρους Ορνού. Υπάγεται διοικητικά στον δήμο Σητείας …   Dictionary of Greek

Share the article and excerpts

Direct link
Do a right-click on the link above
and select “Copy Link”